Σάββατο 25 Ιουνίου 2011

ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ Δ ΧΡΙΣΤΟΦΙΝΗ ΓΙΑ ΤΟ ΔΑΣΟΥΔΙ


Αυτούσιο το κείμενο άρθρου του συνάδελφου Μάριου Δ Χριστοφίνη με τις θέσεις την Κίνησης Αρχιτεκτόνων Λεμεσού, όπως στάλθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» στις 25 Ιουνίου 2011.



Οι επιβουλές του ΚΟΤ κατά του τελευταίου πνεύμονα φυσικού δάσους στο Δασούδι Λεμεσού

Η Λεμεσός ζει το τελευταίο μήνα ένα πρωτόγνωρο αναβρασμό. Πρωτόγνωρο τουλάχιστον για όλους αυτούς που έχουν την τάση να ξεχνούν ή βολεύονται στο να ξεχνούν. Χιλιάδες άνθρωποι παλεύουν να (ξανα)σώσουν από τις μπουλντόζες και την  ιδιωτικοποίηση το Δασούδι, ή για να ακριβολογούμε- ότι απέμεινε πια από το πάλε ποτέ άγριο παραλιακό δασύλλιο της προπολεμικής Λεμεσού, που σιγά και σταθερά αποψιλώνεται και παραδίνεται –θυσία στην ούτω καλούμενη «ανάπτυξη»,  στο ανεξέλεκτο Κεφάλαιο και την αδηφάγα ιδιωτικοποίηση.

Μετά από το κτίσιμο των ιδιωτικών συμπλεγμάτων στην πλευρά της παραλιακής λεωφόρου, των δυο Ναυτικών Ομίλων και του Κολυμβητηρίου, τις επί μέρους και κατά καιρούς μικρές καταπατήσεις, αλλά και  το συστηματικό διαχρονικό κόψιμο δέντρων και χαμηλής βλάστησης (συγκρίνετε σας παρακαλώ την τωρινή εικόνα με παλιές σας φωτογραφίες ή ακόμα και με αεροφωτογραφίες του Google Earth του 2008) που οδήγησαν σε σημαντική συρρίκνωση του παλιού δάσους, καιροφυλακτεί μοχθηρά, απίστευτο πράγματι, ο ΚΟΤ, που αντί να φροντίζει και να προστατεύει το φυσικό περιβάλλον για να το χαίρονται ντόπιοι και ξένοι επισκέπτες, επιχειρεί να το μετατρέψει από ένα πάρκο όπως είναι σήμερα, με αναγκαίες για τους περιπατητές και κολυμβητές διευκολύνσεις (αποχωρητήρια, αποδυτήρια, παιδότοπος κι ένα καφεστιατόριο), σε ένα αθέατο πίσω αυλόκηπο ενός τερατώδους συγκροτήματος  με πέντε (5) συνολικά καφεστιατόρια, μπαρ κι αίθουσες μαζικής διασκέδασης και ψυχαγωγίας και ποιος ξέρει τι άλλο ακόμα.
  
Στα Σχέδια του ΚΟΤ, που μετά από τις πρώτες μαζικές αντιδράσεις και κινητοποιήσεις παρουσιάστηκαν στο κοινό,  προβλέπεται μεταξύ άλλων ένα τεράστιο κτήριο πάρκινγκ τεσσάρων επιπέδων, όπου οι οροφές των αυτοκινήτων στο ψηλότερο επίπεδο θα ευρίσκονται στα οκτώ μέτρα (8μ) πάνω από το έδαφος κι ένα σύμπλεγμα χώρων μαζικής εστίασης και διασκέδασης από μέταλλο και γυαλί που θυμίζει πολυτελές εμπορικό κέντρο ή υπεραγορά (mall), με κυβική μορφή μήκους 83 μέτρων, πλάτους 33 μετρων και ύψους 9 μέτρων, που θα αποκόπτει τη θάλασσα απ’ το δάσος και θα αντανακλά καύσωνα κι αντηλιά προς τους λουόμενους (αν βέβαια υπάρχουν λουόμενοι εκεί και στο μέλλον).  Είναι σαν να περικλείνεις σχεδόν ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, μέσα σε υαλοπίνακες και λαμαρίνες πολυτελείας ύψους τριώροφου κτηρίου. Λίγο πιο περά,  κοντά στον υφιστάμενο  δυτικό χώρο στάθμευσης, χωροθετείται ένα μικρότερο καφεστιατόριο, που θα μπλοκάρει το μοναδικό άνοιγμα θέασης της θάλασσας από τον κατ’ ευφημισμό «παραλιακό δρόμο» ανάμεσα στο ξενοδοχείο και τη πιτσαρία. Αυτό στην Αρχιτεκτονική ονομάζεται «φραγή οπτικής φυγής» και είναι κάτι, που οι κανόνες που ρυθμίζουν την πολεοδομική μας ανάπτυξη απαγορεύουν ρητά.

Στο ζήλο του να πραγματοποιήσει ένα τόσο μεγαλεπήβολο έργο, ο ΚΟΤ  φαίνεται να βιάστηκε τόσο πολύ, που ενδεχομένως παραγκωνίστηκαν όλες οι Νομοθεσίες και Κανονισμοί που διέπουν τη χρηστή διοίκηση, την διαχείριση των δημόσιων πόρων, τις διαυγείς και διαφανείς διαδικασίες,  τη προστασία του περιβάλλοντος, των ανέσεων και δικαιωμάτων των πολιτών, αλλά και συλλήβδην το σύνολο σχεδόν των πολεοδομικών ρυθμίσεων του Τοπικού Σχεδίου Λεμεσού, που είναι η «Αγία Βίβλος» που διέπει την οικιστική και πολεοδομική ανάπτυξη της ευρύτερης Λεμεσού. Επιπλέον ξεχάστηκε από τον ΚΟΤ, αλλά δυστυχώς και από το Τμήμα Πολεοδομίας, πως με βάση το Νόμο, σε κρατική γη θα πρέπει κυρίως και κατά προτεραιότητα να γίνεται δεντροφύτευση κι όχι δεντροκτονία κι αχρείαστο κτίσιμο, πως σε ένα επίσημα αναγνωρισμένο για τη χλωρίδα του χώρο φυσικού πλούτου θα πρέπει να προστατεύεται η φύση και να αποφεύγονται οι επεμβάσεις, πως σε ένα χαρακτηρισμένο από τους επίσημους χάρτες του Τοπικού Σχεδίου περιφερειακό πάρκο θα πρέπει να υπάρχουν αναγκαίες διευκολύνσεις μόνο (οι υφιστάμενες αρκούν και περισσεύουν) προς τους περιπατητές και μελετητές της φύσης καθώς και έργα που προάγουν την Ιστορία, τον Πολιτισμό, την Αρχιτεκτονική, τους Κοινωνικούς Αγώνες, ενώ σε μια λωρίδα γης που ευρίσκεται μια ανάσα από την αμμουδιά και το κύμα θα έπρεπε να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα των λουομένων κι ιδίως των λιγότερο εύπορων, των γερόντων και των παιδιών για διακριτική, ασφαλή κι ήρεμη απόλαυση της παραλίας και της θάλασσας, χωρίς να εκτίθενται σε αναγκαστικά μονομερή εκμετάλλευση από τους επιχειρηματίες της ψυχαγωγίας, σε συνεχή κίνηση και ρύπανση αυτοκινήτων, σε δυνατούς ήχους και οσμές μαζικών εστιατορίων και αιθουσών δεξιώσεων και ποιος ξέρει τι άλλο ακόμα και σε αδιάκριτα βλέμματα και κουτσομπολιά.

Διερωτάται κανείς, προς τι; Επειδή τάχα οι υφιστάμενες τριαντάχρονες εγκαταστάσεις δεν επαρκούν σε χώρους; Μα η ακτή και το δάσος συρρικνώθηκαν στο πέρασμα της τριακονταετίας, άρα και η χωρητικότητα της έκτασης σε επισκέπτες είναι σαφώς μικρότερη. Μήπως γιατι αποφασίστηκε πως πρέπει να πηγαίνει μαζικά άλλου είδους κόσμος εκεί και να διωχθούν οι περιπατητές κι οι λουόμενοι; Μήπως για να κάνουμε εκεί δεξιώσεις, μεγάλα μουσικοχορευτικά δρώμενα, παραστάσεις, δεξιώσεις, συνέδρια και δεν ξέρω τι άλλο; Μα έτσι, δε θα καταργήσουμε μόνο το δάσος και την ακτή, αλλά και τα γύρω καφεστιατόρια και ξενοδοχεία μαζί. Με αυτά τα μυαλά, στο τέλος–τέλος θα στραγγαλίσουμε τον Τουρισμό στο σύνολο του και δεν θα χρειαζόμαστε καν τον ΚΟΤ να τον διαφεντεύει. Θυμίζω, πως πριν είκοσι (20) περίπου χρόνια οι Γερμανοί τουρίστες στην Κύπρο πενταπλασιάστηκαν ξαφνικά, με κύρια αφορμή μια αφίσα με μια μοναχική παραδοσιακή κυπριακή καρέκλα σε μια ήσυχη αμμουδιά.  Το σλόγκαν του ΚΟΤ που συνόδευε τη μαγική εκείνη αφίσα, που για χρόνια έλκυε εκατοντάδες χιλιάδες εύπορους δυτικογερμανούς τουρίστες έγραφε: «μια μοναχική αμμουδιά σας περιμένει». Γιατί ο ΚΟΤ δεν ξέρει πια, με τι θα μπορούσε να τραβήξει και τώρα εύπορους τουρίστες στο τόπο μας κι όχι αλλού. Ασφαλώς όχι με ογκώδη καφεστιατόρια, που όμοια τους βρίσκεις σε κάθε γωνιά της γης.

Υποβάλλεται έντεχνα, αλλά όχι εμπεριστατωμένα, πως οι εγκαταστάσεις ως παλιές είναι και σαθρές. Μήπως άραγε θα πρέπει να γκρεμίσουμε κάθε κτήριο και μνημείο που περνάει την τριακονταετία; Μα η τεχνολογία είναι πια τόσο αναπτυγμένη, που επιτρέπει προσεκτική, σχετικά εύκολη και όχι ιδιαίτερα πολυδάπανη επιδιόρθωση και συντήρηση κάθε κτηριακής ζημίας. Απ την άλλη, με την κατεδάφιση σημαντικών κτηρίων και μνημείων του παρελθόντος θα χάσουμε σιγά -σιγά για πάντα τις αξίες και τη φυσιογνωμία μας και θα θέσουμε σε μόνιμο κίνδυνο  το περιβάλλον και τον πολιτισμό μας. Μπουλντόζες, μπάζα, φορτηγά και θεμελιώσεις μεγάλου βάθους λόγω αστάθειας του παραθαλάσσιου υπεδάφους σημαίνουν ίσως ακόμα και μόνιμη ολική καταστροφή της ακτής και του δασούς, αλλά και της μνήμης και των συμβολισμών που κουβαλάει ο χώρος αυτός. Ως συλλογική δουλειά ομάδας σημαντικών αρχιτεκτόνων και πολιτικών μηχανικών, αμέσως μετά την εισβολή, τα κτίρια αυτά πρόεκυψαν και συμβολίζουν τον αγώνα του λαού μας να κρατηθεί με νύχια και με δόντια και με κοινή συναινετική προσπάθεια και θυσίες,, στη γη των προγόνων του. Συμβολίζουν ακόμα τους ιερούς αγώνες των πρώτων περιβαλλοντιστών, με επικεφαλής τον αείμνηστο Γιαννάκη Ποταμίτη, στους οποίους υποκλινόμαστε με σεβασμό. Κόντρα στις ορέξεις κάποιων, ακόμα και της Αρχιεπισκοπής για κτίσιμο ξενοδοχείου κι άλλων εγκαταστάσεων στο Δασούδι, αγωνίστηκε σύσσωμος ο τότε ευαισθητοποιημένος κόσμος και τη προσπάθεια στήριξε τότε με ιδιαίτερη ζέση κι η ηγεσία κι ο κόσμος του ΑΚΕΛ, που σήμερα διοικεί.

Τον αγώνα που δεν ολοκληρώθηκε τότε, αφού βρικολακιάζει η απειλή της καταστροφής, συνεχίζουν σήμερα ένδεκα χιλιάδες (11000) νέοι κυρίως άνθρωποι, εγγόνια της τότε αγωνιστικής γενιάς.  Κάθε μερα που περνά εκατοντάδες νέα ονόματα προστίθενται στο κάλεσμα της αυθόρμητης και ανεξάρτητης ομάδα πολιτών SOS – Σώστε το Δασούδι, της Κίνησης Αρχιτεκτόνων Λεμεσού, της Πρωτοβουλίας Πολιτών Λεμεσού και της οργάνωσης Φίλοι της Γης Κύπρου. Αίτημα τους είναι να τηρηθεί ο Νομός, να αποφευχθούν οι κατεδαφίσεις και  να ακυρωθούν τα τερατώδη σχέδια του ΚΟΤ, ενώ ταυτόχρονα ζητούν και να επιδιορθωθούν, συντηρηθούν, βελτιωθούν, αναδιοργανωθούν χωρίς να επεκταθούν αισθητά και εκσυγχρονιστούν οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις για να παρέχουν, ως βιώσιμη και σύγχρονη μονάδα, τις αναγκαίες διευκολύνσεως στους επισκέπτες του δάσους και της ακτής.
Τέλος ζητούν να κλείσει οριστικά ο κύκλος επιβουλών ενάντια στο Δασούδι με την εκπόνηση τελεσίδικου Σχεδίου Περιοχής μετά από δημοκρατικό διάλογο με τους Πολίτες και διαβουλεύσεις με τα οργανωμένα σύνολα, με στόχο την κήρυξη της ως περιοχής υπό καθεστώς απαράβατου προστασίας.

Μάριος Δ. Χριστοφίνης
Αρχιτέκτονας Μηχανικός
Μέλος της Κίνησης Αρχιτεκτόνων Λεμεσού
xrmarios@cytanet.com.cy,  (τηλ. 99645096)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου